Company: Others
Created by: federica.masante
Number of Blossarys: 31
- English (EN)
- Romanian (RO)
- Russian (RU)
- Spanish, Latin American (XL)
- Macedonian (MK)
- Indonesian (ID)
- Hindi (HI)
- Italian (IT)
- Serbian (SR)
- Spanish (ES)
- Czech (CS)
- Hungarian (HU)
- Arabic (AR)
- French (FR)
- Turkish (TR)
- Greek (EL)
- Dutch (NL)
- Bulgarian (BG)
- Estonian (ET)
- Korean (KO)
- Swedish (SV)
- English, UK (UE)
- Chinese, Hong Kong (ZH)
- Slovak (SK)
- Lithuanian (LT)
- Norwegian Bokmål (NO)
- Thai (TH)
- Portuguese, Brazilian (PB)
- Danish (DA)
- Polish (PL)
- Japanese (JA)
- Chinese, Simplified (ZS)
- Chinese, Traditional (ZT)
- Romanian (RO)
- Russian (RU)
- Spanish, Latin American (XL)
- Macedonian (MK)
- Indonesian (ID)
- Hindi (HI)
- Italian (IT)
- Serbian (SR)
- Spanish (ES)
- Czech (CS)
- Hungarian (HU)
- Arabic (AR)
- French (FR)
- Turkish (TR)
- Greek (EL)
- Dutch (NL)
- Bulgarian (BG)
- Estonian (ET)
- Korean (KO)
- Swedish (SV)
- English, UK (UE)
- Chinese, Hong Kong (ZH)
- Slovak (SK)
- Lithuanian (LT)
- Norwegian Bokmål (NO)
- Thai (TH)
- Portuguese, Brazilian (PB)
- Danish (DA)
- Polish (PL)
- Japanese (JA)
- Chinese, Simplified (ZS)
- Chinese, Traditional (ZT)
Synchrónny analýzy štúdií jav (napr. kód) ako keby to boli zmrazené v jednom okamihu. Structuralist semiotika sa zameriava na synchrónny skôr než diachronická analýza a je kritizovaná za ignorovanie historicita.
Η συγχρονική ανάλυση μελετά ένα φαινόμενο (όπως κώδικας)ως να είχε παγώσει σε μια ορισμένη χρονική στιγμη. Η δομική σημειολογιά εστιάζει στην συγχρονική παρά διαχρονική ανάλυση και σχολιάζεται για χρονική άγνοια, δηλ ότι δεν λειτουργεί σε ορισμέο χρόνο.
Symbolické poradie je Lacana je termín pre fázu, kedy dieťa získava majstrovstiev do verejnej sféry verbálnej - keď stupeň individualitu a samostatnosť vzdala obmedzenia jazykovej konvencie a samostatne sa stáva viac tekutín a nejednoznačné relačné signifier skôr ako relatívne nemenného.
Η Συμβολική Τάξη είναι όρος του Lacan για τη φάση όπου ένα παιδί αρχίσει να μιλάει και να προφέρει/εκφέρει λέξης-όταν επιτευχθεί ένας βαθμός αυτοομίας και ατομικότητας στους συγκαταβατικούς γλωσσικούς περιορισμούς και ο Self(Εαυτός)γίνει πιο εύκολο και αμφίσημο σχετικό φώνημα παρά μια καθιερωμένη σχετική γλωσσική μονάδα (δηλ. όταν το παιδί αρχίζει να αρθρώνει φράσεις παρά να προφέρει άσχετες με την σειρά μεμονωμένες λέξεις.
# Režim v ktorom signifier nepripomína znamenal, ale ktoré je svojvoľné alebo čisto konvenčné - tak, že vzťah musia byť naučil (napr slovo "stop" červený semafor, štátna vlajka, číslo) (Peirce). Pozri tiež: svojvôle, fascinujúcim, Indexical módy vzťahu # symbolické kapitálu: Pierre Bourdieu uvedené rôzne druhy vzájomne súvisiacich "kapitál" - ekonomické, kultúrne, sociálne a symbolické.
Ενας τρόπος όπου το σημαίνον δεν συνδέει το σημαινόμενο αλλά το οποίο είναι αυθαίρετο ή καθαρά συγκαταβατικό ώστε η σχέση πρέπει να γνωσθεί (η λέξη 'στοπ', ένα κόκκιο φανάρι κυκλοφορίας, μι εθνική σημαία, ένας αριθμός (από τον Peirce). Δες επίσης, αυθεραισία, εικονικό, περιεχόμενο, τύποι σχέσης#Συμβολικό κεφαλαίο: Pierre Bourdieu τόνισε διαφορα είδη εσωτερικ΄΄ης σχέσης του κεφαλαίου, οικοομικού, πολιτιστικού, κοινωνικού και συμβολικού.
V teórií subjektivity je rozlišovať medzi "predmet" a "jednotlivé". , Pričom jedinec je skutočná osoba, predmetom je sada rolí konštruované dominantné kultúrne a ideologické hodnotami (napr z hľadiska triedy, veku, pohlavia a etnického pôvodu). Structuralist pojmu "polohy predmetu" sa týka "ústavy" (výstavba) predmetom text. Podľa tejto teórie textu (alebo diskurzivní) polohy, čitateľ je povinný prijať "predmet-polohy", ktorá už existuje v rámci štruktúru a kódy textu. Predmetoch sú tak konštruované ako ideálny čitateľov používaním kódov.
Στις θεωρίες της υποκειμενικότητας μια διάκριση που γίνεται ανάμεσα στο υποκείμενο και το άτομο. Ενώ το άτομο είναι πραγματικό πρόσωπο, το υποκείμενο είναι ένα σύνολο ρόλων που κατασκευάζεται από τις κυρίαρχες πολιτιστικές και ιδεολογικές αξίες (δηλαδή βασίζεται στην ιδεοληπτική ιδιότητα του υποκιεμένου( με όρους τάξης, ηλικία, φύλο και εθνικότητα). Η έννοια του στρουκτουραλισμού (από το structure=δομή, δηλ δομισμού)είναι η τοποθέτηση του υποκιεμένου, αναφέρεται στο τι αποτελεί αυτό (κατασκευή)του υποκειμένου από το κείμενο. Σύμφωνα με την άποψη της θεωρίας του κειμένου (ή λόγου)ο αναγν΄σωετης είναι υποχρεωμέος να υιοθετεί μια ''θέση υποκειμένου' που ήδη υπάρχει εντός της δομής και των σημάτων του κειμένου (του κώδικα σημειολογίας). Τα υποκείμενα έτσι κατασκευάζονται ως 'ιδεατοί αναγνώστες' μέσω της έννοιας κωδίκοων, δηλ.σημάτων =γλωσσσικών μονάδων
Ferdinand de Saussure, zakladateľ modernej lingvistiky, bol priekopník structuralist myslenie - jeho bola jazyková model, ktorý inšpiroval Európskeho structuralists. Ostatné kľúčové structuralists patria Nikolai Trubetzkoy, Roman Jakobson, Louis Hjelmslev Algirdas Greimas v lingvistike, Claude Lévi-Strauss antropológie, Louis Althusser politológia, Roland Barthes v literárnej kritiky a Jacques Lacan psychoanalýzy (hoci teória Barthes a Lacan sa vyvinul do postkoloniální ty).
Ο Ferdinand de Saussure, ο ιδρυτής της σύγχροης γλωσσολογίας, ήταν ένας πρωτοπόρος του δομιστικής σκέψης-ήταν το πρότυπο γλωσσολόγου που ενέπνευσε τους Ευρωπαίους δομιστές Αλλοι δομιστές κλειδιά είαι οι Nikolai Trubetzkoy, Roman Jakobson, Louis Hjelmslev, και Algirdas Greimas, στη γλωσσολογία ο Claude Levi-Strauss, στην ανθρωπολογία ο Louis Altusser, στις πολιτιές επιστήμες, ο Roland Barthes, στην κριτική λόγου και ο Jacques Lacan στην ψυχανάλυση (αν και οι θεωρίες τουBarthes και Lacan εξελίχθηκαν μς μετα-δομιστικές.
Termín z sociolingvistiky odkazujúce charakteristické spôsoby akým jazyk je používaný k určitej sociálnej skupine. v semiotickom podmienok môže byť viac široko podriadené kódy zdieľajú členovia takýchto skupín (kódy).
Ενας όρος της κοινωνικής γλωσσολογίας που αναφέρετι στους διακριτούς τρόπους στους οποίους χρησιμοποιείται η γλώσσα από μέλη μιας ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας. Στην σημειολογία οι όροι αναφέρονται πιο ευρέως σε υπο-κώδικες που μοιράζονται τα μέλη τέτοιων ομάδων
Zatiaľ čo niektoré semioticians zachovali structuralist starosť o formálnych systémov (predovšetkým so zameraním na podrobné štúdie rozprávanie, filmu a televízie editácia a tak ďalej), mnohé sa stali viac zaoberajú sociálne sémiotika. Kľúč záujem sociálnych semioticians je s "znamenať praktiky" v osobitných socio-kultúrnymi súvislosťami. Sociálnej semioticians uznávajú, že nie všetky reality sú si rovní, a záujem v"boja" v ktorom sú sporné realitu. Korene sociálnej semiotika možno vysledovať do prvých teoretikov. Saussure, sám napísal semiotika ako "veda, ktorá študuje život značiek v rámci spoločnosti".
Ενώ μερικοί μελετητές της σημειολογίας ασχολούνται με την δομική έννοια με τα φορμαλιστικά συστήματα (κυρίως εστιάζοντας στις λεπτομερείς μελέτες της αφήγησης, κιηματογράφου ή τηλεοπτικών προγραμμάτων)πολλοί προβληματίζονται περισσότερο με την κοινωική σημειολογία. Ενα πρόβλημα κλειδί κοινωνικών επιστημόνων της σημειολογίας με τις σημαίουσες παρακτικές σε ειδικά κοινωνικο πολιτιστικά περιεχόμενα. Οι κοινωνικοί σημειολόγοι αναγνωρίζουν ότι δεν είναι ίσα όλα τα προγράμματα και εδιαφέρονται σε sites με αγώνα με τα προγράμματα τηελόρασης να εγείρουν αντιθέσεις. Οι ρίζες της κοινωνικής σημειολογία ανάγεται στους πρώιμες υπερασπιστές της θεωρίας. Ο Saussure ο ίδιος έγραψε για την σημειολογία ως επιστήμη που μελετά την ζωή των σημάτων εντός της κοινωνίας.
Sociálny determinizmus je postoj, ktorý tvrdí prvenstvo sociálne a politické faktory ako autonómne vplyvom médium (či už je to jazyk alebo technológie). Sociálnej determinists odmietnuť príčinná prioritu jazyk jazykovej determinists a technológie technologických determinists.
Ο κοινωνικός ντετερμινισμός είναι μια έννοια που βεβαιώνει τους βασικούς κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες παρά μια αυτόνομη επίδραση του μέσου (αν αυτό είναι γλώσσα ή τεχνολογία) Οι κοινωνικοί ντετερμιστές απορρίπτουν την αιτιακή προτεραιότητα που δίεται στην γλώσσα από τους γλωσσικούς ντετερμινιστές και στην τεχνολογία από τεχνολογικούς ντετερμινιστές.
Zatiaľ čo všetky semiotickom kódy sú v širokom slova zmysle sociálnej kódy, spoločenské kódexy vidno aj ako tvoriace významné podskupiny kódov, vedľa textové kódy a interpretačných. Spoločenské kódexy v tomto užšom zmysle týkajú naše tiché vedomosti o sociálnom svete a zahŕňajú nepísané kódov ako telesné kódy, kódy komodít a správania.
Ενώ όλοι οι εννοιολογικοί κώδικες είναι σε μια ευρεία έννοια κοινωνικοί, οι κοιωικοί κώδικες μπορούν να ειδωθούν μόο ότι σχηματίζουν μια μείζονα υποοδμάδα κωδικών, μαζί με τους κώδικες του κειμένου και κώδικες διερμηνείας. Οι κοινωνικοί κώδικες στα στενά εννοιολογικά πλαίσα αφορούν τη απτή γνώση του κοινωνικού κόσμου και περιλαβάνουν μη γραπτούς κώδικες, όπως κώδικας του σώματος, αριθμητικούς κώδικες και κώδικες συμπεριφοράς.
Semiotickom kódy majú buď jednotného artikulácia, dvojité artikulácia alebo bez artikulácie. Kódy s jednotného artikulácia majú prvý artikulácia alebo druhý artikulácia iba. Kódy s prvým artikulácia pozostávať len z príznakov - významné prvky, ktoré sú systematicky prepojené navzájom - ale nie je žiadny druhý artikulácia štruktúru týchto príznakov do minimálne, non-zmysel prvky. Kde je zmysluplné, kód má prvý artikulácia len najmenšie opakujúce konštrukčnú jednotku v kóde.
Κώδικες σημειολογίας έχου άλλη απλή άρθρωση, διπλή άρθρωση ή μη άρθρωση. Οι κωδικες με απλή άρθρωση έχουν είτε πρώτη ή δεύτερη άρθρωση μόο. Οι κώδικες με πρώτη άρθρωση αποτελούνται μόνο από σήματα-εννοιολογικά στοιχεία που συστηματικά συνδέονται το ένα με το άλλο-αλλά δεν υπάρχει δεύτερη άρθρωση στη δομή αυτών των σημάτων, σε ελάχιστα μη εννοιλογικά σήματα. Οππυ η μικρότερη επανερχόμενη δομική μονάδα σε έναν κώδικα (δηαδή στα πλαίσια μιας λέξης) έχει όημα, η λέξη είναι φώνημα.
To bol Baudrillard je termín (vypožičané od Platóna); "simulacro" sú "kópie bez originály" - hlavný formulár, v ktorom sa stretávame s texty v postmodernej kultúry.
Αυτός ήταν όρος του Baudrillard (δανεισμένος από τον Πλάτωνα);'οιμοιώματα'' είναι αιτγραφές δίχως αρχική λέξη-η κύρια μορφή στην οποία συνατάμε στην μεταμοντέρνα κουλτούρα.
Znak, ktorý neobsahuje žiadne iné znaky, naproti komplexu znamenie.
Ενα σήμα που δεν περιέχει άλλα σήματα, σε αντίθεση με το πολύπλοκο σήμα.
Pre Saussure, to bol jeden z týchto dvoch častí označenia (ktorá je nerozdeliteľná analytické účely). V Saussurean tradícii, signifier je forma, ktorá trvá znak. Pre Saussure sám, pokiaľ ide o jazykové znaky, to znamená nemajetkovej forma hovorené slovo - "zvuk-obraz" ("psychologickej odtlačok zvuk, dojem je na naše zmysly").
Για τον Saussure, αυτό ήταν ένα από τα δύο μέρη του σήματος (αυτό δεν ήταν διαιρέσιμο εκτός για σκοπούς ανάλυσης). Στην παράδοση του Saussure, το σημαίνον είναι η μορφή που λαμβανει μια έννοια (δηλ.σήμα Για τον Saussure, σε σχέση με τα γλωσσικά σήματα, αυτό που εννοείται ως μη υλικό σχήμα της λέξης που προφέρεται-ένας ήχος εικόνα (το ψυχολογικό αποτύπωμα του ήχου, η εντύπωση που κάνει στις έννοιές μας.
Pre Saussure, znamenal bol jedným z dvoch častí znamenia (ktorá je nerozdeliteľná analytické účely). Saussure znamenal je mentálny koncept zastúpení signifier (a nie je materiál vec). Nevylučuje odkaz na označenia na fyzické objekty vo svete ako aj o abstraktné pojmy a fiktívnych entít, ale znamenal samo referenta na svete (na rozdiel od Peirce je objekt). To je obyčajné pre následné tlmočníkov na roveň znamenal s "obsah" (zodpovedajúce forme signifier oboznámení dualizmus "forma a obsah").
Για τον Saussure το σημαινόμενο ήταν ένα από τα δύο μέρη του σήματος (αυτό δεν διαιρείται εκτός από τους σκοπούς τοης ανάλυσης) Το σημαινόμενο του Saussure είναι η ιδέα περί ύλης που αντιπροσωπεύεται από το σημαίνον. (και δεν είαι υλικό αντικείμενο) Αυτό δε αποκλείει την αναφορά σημάτων σε φυσικά αντικείμενα στον κόσμο καθώς και τις αφηρημένες έννοιες και φανταστικές μονάδες, αλλά το σημαινόμενο σεν είναι το ίδιο μια αναφορά στον κόσμο (σε αντίθεση με το αντικείμενο του Peirce). Είναι κοινό σε αλλεπάληλους διερμηενίς να εξισώνουν το σημαιόμενο με περιεχόμενο (που ταιράζει στη μορφή του σημαίνοντος στην σχετικό διυσμό του μορφή και περιεχόμενο).
V Saussurean semiotika, termín signifikace odkazuje na vzťah medzi signifier a znamenal.
Στην σημειολογία του Saussure, ο όρος σημασία αναφέρεται στην σχέση μεταξύ του σημαίνοντος και του σημαινόμενου.
Termín niekedy používa na označenie fyzickej alebo materiálne formy označenia (napr slová, obrazy, zvuky, pôsobí alebo objekty). Pre Niektorí komentátori to znamená to isté ako signifier (ktoré pre Saussure, sám nespomenul hmotnej podobe). The Peircean ekvivalent je representamen: formulár ktorý znamenie trvá, ale aj pre Peirce to nebolo nutne vecnej forme.
Ενας όρος που χρησιμοπιείται μερικές φορές για να ααφερθεί στον φυσικό και υλικό τύπο του σήματος (πχ λέξεις, εικόνες, ήχοι, πράξεις και αντικείμενα). Για μερικούς σχεδιαστές αυτό σημαίνει το ίδιο με το σημαίνοτα (το οποίο για τον Saussure τον δεν αναφέρθηκε σε υλικό τύπο, ή υλική φόρμα ) Το ισοδύναμο του Peirce είναι η αντιπροσώπευση; η μορφή που παίρνει το σήμα, αλλά ακόμα κα για τον Peirce αυτό δεν ήταν απαραίτητα υλικό σχήμα.
Znakom je zmysluplné jednotka, ktorá je interpretovaný ako "kandidovať na" niečo ako sám o sebe. Znaky sa nachádzajú vo fyzickej forme slov, obrázkov, zvukov, aktov alebo objekty (táto fyzická forma je niekedy známe ako znamenie vozidla). Značky nemajú žiadny význam vnútornej a stať znamenie len vtedy, keď znak-používatelia investovali ich význam vo vzťahu k uznávaným kódom.
Ενα σήμα είναι μια εννοιολογική μονάδα που ερμηνεύεται ως ισχύουσα για κάτι άλλο εκτός από το ίδιο. Σήματα βρίσκονται στη φυσική φόρμα λέξεων, εικόνων, ήχων, πράξεων και αντικειμένων(η φυσική φόρμα είναι μερικές φορές γνωστή ως το όχημα του σήματος). Τα σήματα δεν έχουν διφορούμενη έννοια και γίνονται σήματα μόνο όταν οι χρήστες σημάτων τα επενδύουν με ένοια που αναφέρεται σε έναν ααγνωρισμένο κώδικα.
V niektorých semiotickom trojuholníky, vzťahuje sa na zmysel označenia (čo Peirce nazývané interpretant).
Σε μερικά σημειωτικά τρίγωνα, αυτό αναφέρεται στη έννοια του σήματος που έχει δοθεί σ'αυτό. Ονομάζεται και διερμηνεία του Peirce
V rámci prenosu modely komunikácie, tieto pojmy používajú sa odkazovať na účastníkov činov komunikáciu (komunikácia sú prezentované ako lineárny proces "odoslanie" "správy" na "prijímač"). Semioticians zvyčajne považujú takéto modely ako redukčné (znižuje význam "obsah"), hlavné semiotickom námietka je zvyčajne prenos modely nefigurujú semiotickom pojem kód, ale súvisiace námietky týkajú modelu zanedbávanie potenciálny význam účely, vzťahoch, situáciách a stredne.
Μέσα στα πλαίσια των μοντέλων μετάβασης επικοινωνίας, αυτοί οι όροι χρησιμοποιούντα για να αναφερθούν σε αυτούς που συμμετέχουν σε πράξεις επικοινωνίας (επικοιωνία που παρουσιάζεται ως η κύρια διαδικασία της 'αποστολής μηνυμάτων σε έναν λήπτη'). Οι μελετητές της σημειολογίας συνήθως θεωρούν τέτοια μοντέλα ως μειωτικα (που μειώνουν τη σημασία ως προς το περιεχομενο), η κύρια αντίθεση των σημείων είναι συνήθως ότι τα μοντέλα της μετάβασης δεν παρουσιάζουν το περιοεχόμενο σημείων ενός κώδικα σε βάση ιδεοληψίας, αλλά οι σχετικές λειτουργίες αναφέρονται στην άγνοια του δυναμικού της σημασίας σκοπών, σχέσεων, καταστάσεων και μέσο.
Voľne definovaný ako "štúdia o známky" alebo "teórie známky", čo Saussure tzv "symptomatológie" bol: "veda, ktorá skúma úlohu príznaky ako súčasť spoločenského života". Saussure využívania termín sémiologie pochádza z roku 1894 a Peirce je prvé použitie pojmu semiotickom bol v roku 1897. Semiotika má nie stala široko inštitucionalizovať ako formálne akademickej disciplíny a to nie je naozaj veda. Nie je čisto metódy textovej analýzy, ale zahŕňa teóriu a analýzy príznaky a signifying praxe.
Χαλαρά ορίζεται ως η 'μελέτη των σημάτων' ή η θεωρία των σηματων, ό,τι ο Saussaure ονόμασε 'σημειολογία' ήταν: μια επιστήμα που μελετά το ρόλο των σημάτων ως μέρος της κοινωνικής ζωής. Η χρήση του όρου του Saussaure χρονολογείται από το 1894 και η πρώτη χρήση του Peirce ήταν το 1897. Η σημειολογία ('επιστήμη των σημείων') δεν έχει καθιερωθεί,θεσμοποιηθεί ως επίσημο μάθημα-αντικείμενο στο Πανεπιστήμιο και δεν αποτελεί επιστήμη. Δεν είναι καθαρά μια μέθοδος ανάλυσης κειμένου, αλλά περιέχει και τα δύο και την θεωρία και ανάλυση σημάτω και σημασιολογικών πρακτικών.
Peirce je trojica je semiotickom trojuholník; možno nájsť aj iné semiotickom trojuholníky. Najčastejšie alternatíva zmení iba neznáme pojmy Peircean a pozostáva z označenia vozidla, rozum a referent.
Η τριάδα του Peirce είναι σημειοτικό τρίγωνο; άλλα σημειοτικά τρίγωνα μπορούν να βρεθούν επίσης. Οι πιο κοινές εναλλακτικές αλλαγές μόο οι μη οικείοι όροι του Peircean και αποτελούνται από το σημείο, όχημα,η έννοια, και το νούμενο.
Greimas predstavil semiotickom námestie ako prostriedok na priradenie logických spojok a Konjunkcia disjunkcia týkajúcich sa kľúčových sémantické črty v texte. Ak začneme tým, že kreslí vodorovnú čiaru spájajúce dva familiárne párové pojmy ako "krásny" a "škaredé", môžeme premeniť túto semiotickom štvorec tým, že tento hornom riadku v ktorom dve iné logické možnosti - "škaredá" a "nie krásne" zaberajú dolných rohoch námestia. Semiotickom námestie nám pripomína, že to nie je jednoducho binárne opozície pretože niečo, čo nie je krásna nie je nevyhnutne škaredá a že niečo, čo nie je škaredá nie je nevyhnutne krásna.
Ο Greimas εισήγαγε το σημειοτικό τετράγωνο ως μέσον χαρτογράφησης των λογικών συνειρμών και μη συνειρμών χαρακτηριστικών κλειδιών σύνδεσης σε ένα κείμενο. Αν αρχίσουμε χαράσσοντας μια οριζόντια γραμμή που συνδέει όρους εν ζεύγει όπως 'ωραίος' και ''ασχημος' το μετατρέπουμε σε σημειοτικό τετράγωνο κάνοντας την πάνω γραμμή ένα τετράγωνο όπου οι δύο άλλες λογικές δυνατότητες -'μη άσχημο' και 'όχι ωραίο' καταλαμβανου τις χαμηλότερες γωνίες. Το τετράγωνο σημείων μας θυμίζει ότι δεν είναι απλά μια δευτερεύουσα αντίθεση επειδή κάτι δεν που δεν είναι ωραίο δε είναι απαραίτητα άσχημο και κάτι που δεν είναι άσχημο δεν είναι απαραίτητα ωραίο.
Nekonečné používanie konečných prvkov je funkcia, ktorá vo vzťahu k médiám vo všeobecnosti má označované ako "semiotickom ekonomiky". Štrukturálnych Dvojlôžková artikulácie semiotickom systému funkcia nekonečný počet zmysluplné kombinácií musia byť generované pomocou malého počtu low-level jednotiek.
Η άπειρη χρήση πεπερασμένων στοιχείων είναι ένα χαρακτηριστικό όπου σε σχέση με τα μαζικά μέσα ενημέρωσης γενικά αναφέρεται στην σημειοτική οικονομία. Το δομικό χαρακτηριστικό διπλής άρθρωσης μέσα σε ένα σύστημα σημείων επιτρέπει έα άπειρο αριθμο σημαντικών συνδυασμών να παράγεται με τη χρήση ενός μικρού αριθμού μοάδων χαμηλού επιπέδου.
Saussurových termín sémiologie sa datuje od rukopis z roku 1894. "Symptomatológie" niekedy používa sa odkazovať na štúdiu znaky tých Saussurean tradícia (napr Barthes, Lévi-Strauss, Kristeva a Baudrillard), zatiaľ čo "semiotika" niekedy sa vzťahuje na tých, ktorí pracujú v rámci Peircean tradície (napr Morris, Richards, Ogden a Sebeok). "Symptomatológie" niekedy sa vzťahuje prácu predovšetkým zaoberajú textová analýza zároveň "semiotika" odkazuje na viac filozoficky-orientované práce.
Ο όρος σημειωλογία του Saussur χρονολογείται σε ένα χειρόγραφο του 1894. Η Σημειολογία χρησιμοποιείται για να αναφερθεί στην μελέτη σημάτων εντός της παράδοσης το Saussure (πχ Barthes, Levi-Strauss, Kristeva και Baudrillard)ενώ τα σημεία μερικές φορές αναφέρεται σε αυτούς που εργάζονται μέσα στα πλαίσια της Peircan παράδοσης (πχ Morris, Richards, Ogde και Sebeok). Μερικές φορές η 'σημειολογία' αναφέρεται σε εργασία που αφορά βασικ΄την κειμενική ανάλυση ενώ το 'semiotics''αναφέρεται σε πιο φιλοσοφικά εστιασμένη εργασία.
Morris semiotika rozdelený na tri vetvy: syntactics, Sémantika a pragmatika. Sémantika odvoláva na štúdiu o zmysle označenia (vzťah príznaky čo stojí). Výklad známky ich užívateľov možno tiež považovať za úrovne zodpovedajúce týchto troch vetiev - sémantickej úrovni je pochopenie preferovaného čítanie znamenie.
Ο Morris διαίρεσε το σημασιοογικό πεδίο σε τρεις κλάδους: συνακτικό, σημασιολογικό και πραγματικό. Το σημασιολογικό πεδίο αναφέρεται στην μελέτη της έννοιας σημείων (την σχέση των σημείων ως προς τι ισχύουν.) Η διερμηνεία σημείων από τους χρήστες τους μπορεί επίσης να φαίνεται ως επίπεδα που αντιστοιχούν σε αυτούς τους τρείς κλάδους, το σημασιοογικό πεδίο είναι η κατανόση της προτίμησης ανάγνωσης του σημείου.
Úrovni (nižšej) štrukturálne druhý artikulácie semiotickom kód je deliteľné do minimálne funkčné jednotky, ktoré nemajú význam samé o sebe (napr. hlásky v reči) alebo graphemes písomne. Týchto nižších jednotiek sú nonsignifying znamenie prvky - čisto diferenciálnej štrukturálnych jednotiek (tzv. figurae od Hjelmslev). Sú opakujúce funkciami v kóde.
Στο (κατώτερο)δομικό επίπεδο μιας δεύτερη άρθρωση,ένας σημειωτικός κώδικασ είναι διαιρέσιμος σε μικρότερες λειτουργικές μοάδες που τους λείπει η έννοια σε αυτά (φωνήματα στον λόγο ή γραφήματα στη γραφή). Αυτές οι κατώτερες μονάδες δεν σημαίουν στοιχεία καθαρά διαφορποιητικών δομικώ μοάδων (οομάζονται ψηφία του Hjelmsev). Είναι επανερχόμενα χαρακτηριστικά στον κώδικα.
Je to škola structuralist semiotickom myslenia zriadený Algirdas Greimas (1917-1992) Litovský pôvodu. Silne ovplyvnené Louis Hjelmslev (1899-1966), sa snaží identifikovať základné štruktúry nezapnutý blok zapnutý. Greimas sa zameralo najmä na semantic analysis textových štruktúr, ale Paríž školy rozšírila jej prísne Štrukturálna analýza (kritici hovoria suchých) na kultúrne javy, akými sú hoci jazyk, právne diskurz a spoločenské vedy.
Αυτή είναι η σχολή του στρουκτουραλιστική σημειωτική σκέψη που καθιερώθηκε από τον Algiras Greimas (1917-1992),ένας Λιθουανός στη καταγωγή. Με ισχυρή επίδραση από τον Louis Hjelmlev (1899-1966),επιδιώκει την ταυτοποίηση βασικών δομών σημασίας. Ο Greimas εστίασε βασικά στην σημασιολογική ανάλυση της υφής των δομών αλλά η Σχολή του Παρισιού έχει εξαπλώσει την δρυμαία κριτική δομική ανάλυση σε πολιτιστικά φαινόμενα όπως εμπειρική γλώσσα, νομικό λόγο και κοινωνικ΄επιστήμη.
Tento vplyvné structuralist a funkcionalistický skupiny lingvistov a semioticians bol zavedený v roku 1926 v Prahe českých a ruských lingvistov, hoci pojem "Praha školy" nepoužil až do roku 1932. Hlavné členov tejto skupiny zahrnuté: Vilem Mathesius (1882-1946), Bohuslav Havránek (1893-1978), Jan Mukarovsky (1891-1975), Nikolaj Sergejevič Trubeckoj (1890-1938) a Roman Osipovič Jakobson (1896-1982).
Η επιρροή της στρουκτουραλιστικής και φονταμεταλιστικής ομάδας γλωσσολόγων /φαρμοσμένης γλωσσολογίας εγκαταστάθηκε στην Πράγα το 1926 απο Τσέχους και Ρώσους γλωσσολόγους, αν και ο όρος Σχολή της Πράγας δεν χρησιμοποιούνταν μέχρι το 1932. Τα βασικά μέλη αυτής της ομάδας περιλαμβάνουν: Vilem Mathesius (1882-1946), Bohuslav Havránek (1893-1978), Jan Mukarovsky (1891-1975), Nikolai Trubetzkoy (1890-1938) and Roman Jakobson (1896-1982).
Peirce je vzor označenia mal tri prvky - representamen, interpretant a objektom.
Το μοντέλο του Peirce έχει τρία στοιχεία-αντιπροσωπευτικό, ερμηνευτικό και αντικείμενο.
Synchrónna komunikácia je komunikácia v ktorom účastníci komunikovat "reálnom čase" - bez prieťahov. Táto funkcia nadväzuje prítomnosti alebo neprítomnosti výrobcu(-ov) textu a technické charakteristiky média. Synchrónny komunikácia je vždy medziľudskej komunikácie.
Σύγχρονης επικοινωνίας είναι ανακοίνωση στην οποία οι συμμετέχοντες μπορούν να επικοινωνούν σε πραγματικό χρόνο ' '-χωρίς σημαντική καθυστέρηση. Αυτό το χαρακτηριστικό συνδέει την παρουσία ή την απουσία του ο κατασκευαστής (ες) του κειμένου και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του μέσου. Σύγχρονης επικοινωνίας είναι πάντα διαπροσωπικής επικοινωνίας.
Sú to zmysel-tvorby správanie v ktorom ľudia zapojiť (vrátane výroby a čítanie textov) po najmä dohovory alebo normy konštrukcie a interpretácie.
Πρόκειται για την έννοια των αποφάσεων συμπεριφορές στην οποία άνθρωποι ασκούν (συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής και ανάγνωση των κειμένων) μετά από συγκεκριμένο συμβάσεις ή κανόνες κατασκευής και ερμηνεία.
To je postoj, že vopred danej štruktúry niektoré signifying systém - jazyk alebo akékoľvek textové systému - určuje subjektívneho (alebo aspoň správania) jednotlivcov, ktorí sú vystavení.
Αυτό είναι η θέση ότι η εκ των προτέρων δεδομένη δομή κάποιου σημαίνοντος συστήματος - όπως η γλώσσα ή οποιοδήποτε είδος κειμένου σύστημα - καθορίζει την υποκειμενικότητα (ή τουλάχιστον συμπεριφορά) των ατόμων που υποβάλλονται σε αυτό.
Tento termín bol použitý Peirce odkazovať na proces tvorby"zmysle-".
Το φαινόμενο της σημείωσης αφορά κάθε σύστημα σήμανσης: από τα πιο απλά, π.χ. τις πινακίδες της τροχαίας, έως τα πιο σύνθετα, π.χ. τους πολιτισμικούς κώδικες, τον κώδικα της μουσικής, και βέβαια το πληρέστερο σημειωτικό σύστημα, τη γλώσσα. Κατά τον Peirce, του οποίου η προσέγγιση έχει, αν και κάπως αργά, τύχει ευρύτερης αναγνώρισης, η σημείωση είναι η σχέση ενός σημείου με το αντικείμενο αναφοράς του και η διαδικασία της σημείωσης υλοποιείται με σημεία τριών ειδών: εικονικά, δεικτικά, συμβολικά.
Tí, ktorí odmietajú textových determinizmus (napríklad poststructuralists) zdôrazniť, "polysemic" povahy texty - ich pluralita významy.
Φαινόμενο κατά το οποίο μια λέξη εκφράζει περισσότερες από μία σημασίες.
Postava reči zahŕňajúce nahradenie časti pre celé, rodu, druhu alebo naopak.
Σχήμα λόγου που περιλαμβάνει την αντικατάσταση μέρους έναντι του συνόλου ή το αντίθετο.
Metonym je hříčka zahŕňajúce pomocou jedného znamenal postaviť pre inú znamenal, ktorý je priamo spojené s jej alebo úzko spojená s ňou nejakým spôsobom, najmä substitučnej účinok na príčinu.
Σχήμα λόγου, κατά το οποίο αντί για τη λέξη που απαιτείται χρησιμοποιείται άλλη, με την οποία υπάρχει σημασιολογική σχέση.